Σκηνοθεσία: Τζόναθαν Γκλέιζερ

Σενάριο: Μάρτιν Έιμις, Τζόναθαν Γκλέιζερ

Πρωταγωνιστούν: Κρίστιαν Φρίντελ, Σάντρα Χιούλερ

Παραγωγή: ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Πολωνία, 2023

Διάρκεια: 105΄

Η ταινία ανοίγει με ένα ειδυλλιακό πλάνο του καλοκαιριού στην καταπράσινη φύση στα περίχωρα της κωμόπολης Όσβιετσιμ δίπλα στο ποταμό, που βρίσκεται πλησίον του στρατοπέδου συγκέντρωσης του Άουσβιτς. Γέλια, ανεμελιά, η ραστώνη της οικογένειας που κάνει πικ νικ και ηλιοθεραπεία παραπέμπει σε μια τυπική, αδιάφορη, καθημερινή μέρα. Η ομαλή σύνδεση της εικόνας αυτής με την μετέπειτα κατάληξή της σ’ ένα καλοφροντισμένο σπίτι, κολλητά στην ψηλή μάντρα του στρατοπέδου μαζικής εξόντωσης των εβραίων, συμπληρώνει την αρχική παράνοια-αντίθεση που επικρατεί σε απόσταση μόλις λίγων μέτρων. Ένα ιδανικό σπίτι με πισίνα, κήπο με όλων των ειδών τα σπάνια λουλούδια, θερμοκήπιο, θέρμανση και ανέσεις που ξεπερνούν τα συνηθισμένα.

Εκεί μένει προστατευμένη η οικογένεια του διοικητή του στρατοπέδου συγκέντρωσης του Άουσβιτς Ρούντολφ Φραντς Φέρντιναντ Ες (Κρίστιαν Φρίντελ). Η ιδανική οικογένεια σύμφωνα με την εθνικοσοσιαλιστική ηθική του κόμματος του Χίτλερ, αποτελούμενη από την γυναίκα του, Χέντγουιγκ (Σάντρα Χιούλερ) την μητέρα της και τα τέσσερά τους παιδιά. Περιτριγυρισμένη από μερικούς εβραίους που επιτελούν το έργο της υπηρεσίας ζουν μια δική τους κανονικότητα, χωρίς να συντρέχει κανένας λόγος άγχους και άλλων συγκρούσεων. Οι μέρες που κυλούν ομαλά γι’ αυτούς θα διαταραχθούν και οι ισορροπίες του ζεύγους θα κλονιστούν, έπειτα από μια μετάθεση που ζητά το Βερολίνο για να αναλάβει ένα διαφορετικό πόστο ο Ες. Ένταση και θυμός προσωρινά αναστατώνουν το αποστειρωμένο σπιτικό τους και τις σχέσεις τους με τα άλλα υψηλόβαθμα μέλη των ναζί.

Ο 48χρονος Λονδρέζος Τζόναθαν Γκλέιζερ (Μεγάλο Βραβείο στο Φεστιβάλ Καννών) καταφέρνει να δώσει στον θεατή κάτι πολύ ιδιαίτερο κινηματογραφικά. Να τον αφήσει να παρακολουθήσει την παραδεισένια κοντόφθαλμη κατάσταση, που έχει χτίσει ο διοικητής με την γυναίκα του απέναντι ακριβώς σε μία από τις μεγαλύτερες μαζικές εξοντώσεις που σκέφτηκε και πραγματοποίησε πότε το προηγμένο oν που σκέφτεται και αισθάνεται, ο άνθρωπος. Μέσα από τα αρκετά μακρινά γενικά πλάνα που δείχνουν μόνο τα τεράστια φουγάρα που ξέρναγαν νυχθημερόν καπνό και στάχτη από την ανθρώπινη σάρκα σε υποβάλλει να σκεφτείς, αν διαθέτεις επαρκή κτηνώδη φαντασία, τι πραγματικά γινόταν, δίπλα στο φαινομενικά τέλειο που επέβαλε το Τρίτο Ράιχ ενάντια σε ό,τι μισούσε. Η χαρά και η ευτυχία κλονίζεται συχνά από υστερικές προσταγές από τα μεγάφωνα του στρατοπέδου. Ο στοιχειωμένος ήχος από το φρενάρισμα των τρένων που εισέρχονταν συνεχώς μετά το 1942, όταν δόθηκε και το σήμα του σχεδίου της τελικής λύσης, οι μόνιμες κραυγές θανάτου και ριπές καθ’ όλη τη διάρκεια της μέρας από τα αυτόματα των ναζί του στρατοπέδου συμπληρώνουν την πραγματικότητα που δεν χρειάζεται να στη δείξει ωμά (όπως σε άλλα φιλμ, για παράδειγμα το «Θα Πέσει η Νύχτα» του Άλφρεντ Χίτσκοκ, το επικό «Σοά» του Κλοντ Λανζμάν, «Ο Γιος του Σαούλ» του Λάζλο Νέμες).

Έχει ενδιαφέρον πώς ο σκηνοθέτης σκιαγραφεί τη ψυχοσύνθεση του μαζικού δολοφόνου Ρούντολφ Ες (ως διοικητής του Άουσβιτς αποφάσισε να χρησιμοποιηθεί το – ως τότε χρησιμοποιούμενο ως εντομοκτόνο – αέριο Zyklon B για την μαζική εξόντωση κρατουμένων, επειδή ήταν περισσότερο «αποτελεσματική» και «οικονομική» μέθοδος από την εκτέλεση με πυροβόλο όπλο, επίσης κατηγορήθηκε ότι θανάτωσε τριάμισι εκατομμύρια ανθρώπους) ως έναν άβουλο ανώτερο δημόσιο υπάλληλο που απλά εκτελεί εντολές, δίχως κριτική ικανότητα με μόνο γνώμονα να υπηρετήσει το σχέδιο του Χίτλερ και των ανωτέρων του. Παράλληλα μέσα σε όλη αυτή την παθητική δράση του και τυφλή υπακοή σε εντολές, αντιπαραθέτει στοργικές στιγμές του. Δείχνοντας την αγάπη που προς τα ζώα και την τρυφερότητα προς τα παιδιά του, διαβάζοντάς τους όλως τυχαιώς το γερμανικό παραμύθι Χάνσελ και Γκρέτελ με τη γνωστή κατάληξη της κακιάς μάγισσας.

Το φινάλε της ταινίας, παρόλο που παρουσιάζεται αρκετά γρήγορα και ίσως βιαστικά, είναι παραταύτα δυνατό. Σε παίρνει από το χέρι με έναν αόρατο τρόπο για να σε οδηγήσει στη ζώνη ενδιαφέροντος για να παραμείνεις και να παρακολουθήσεις το Ολοκαύτωμα. Κατά τη διάρκεια αυτών των θηριωδιών, πολλοί αποστασιοποιήθηκαν και τις έβλεπαν έτη φωτός μακριά. Μερικά χιλιόμετρα δυτικά, σ΄ ένα στρατόπεδο καταναγκαστικών έργων αρχικά και μετέπειτα στρατόπεδο εξόντωσης, λίγο πιο έξω από το Μόναχο, στο Νταχάου οι κάτοικοι που ζούσαν τότε δίπλα του χτίζανε την δικιά τους ζώνη ενδιαφέροντος, ακουμπώντας στοργικά την πλάτη του Ες και δηλώνοντας ότι δεν ήξεραν τι συμβαίνει εκεί. Μόνο που αυτοί δεν ήταν κομπάρσοι μιας ταινίας, αλλά οι πρωταγωνιστές της πραγματικότητας που τάιζε αυτή την μισαλλοδοξία. Δυστυχώς, τόσα χρόνια μετά η ανθρωπότητα και δεν έμαθε τίποτα από όλο αυτό και συνεχίζει να ζει σε ζώνες ενδιαφέροντος, που της επιτρέπει να πάει ήρεμη το βράδυ για ύπνο.

Λεωνίδας Ρηγόπουλος

Leave a comment