Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935. Το 1961, μετά από σπουδές στη Νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, τις οποίες δεν ολοκλήρωσε, φεύγει στο Παρίσι. Παρακολουθεί μαθήματα γαλλικής φιλολογίας και φιλμογραφίας στη Σορβόννη, καθώς και μαθήματα εθνολογίας. Στη συνέχεια ασχολείται αμιγώς με τον κινηματογράφο στη Σχολή Κινηματογράφου IDHEC και στο Musée de l’ homme. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, ασχολείται με την κριτική κινηματογράφου. Δούλεψε με το Βασίλη Ραφαηλίδη και την Τώνια Μαρκετάκη, ενώ με τον πρώτο ίδρυσε το θρυλικό σινεφιλικό περιοδικο «Σύγχρονος Κινηματογράφος» το 1969.

Η πρώτη ταινία που σκηνοθέτησε ήταν η Εκπομπή, την οποία παρουσίασε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1968, ενώ η Αναπαράσταση, η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του – και κατά τον φίλο του Βασίλη Ραφαηλίδη, η πρώτη «ενήλικη» ταινία του ελληνικού κινηματογράφου – κέρδισε το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ. Οι δύο αυτές ταινίες, μαζί με τις Μέρες του ’36 (1972), πρώτο μέρος της Τριλογίας της Ιστορίας, εμπεριέχουν την ουσία αυτού που ονομάστηκε Νέος Ελληνικός Κινηματογράφος. Αρκεί κανείς να δει και να συγκρίνει αυτές τις ταινίες του Αγγελόπουλου με την έως τότε παραγωγή του Ελληνικού Κινηματογράφου για να αντιληφθεί τις καινοτομίες και τις ανατροπές των συμβάσεων, τόσο σε θεματικό όσο και σε υφολογικό επίπεδο.

Έτσι, ο Θόδωρος Αγγελόπουλος και οι σκηνοθέτες του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου (Ροβήρος Μανθούλης, Δήμος Θέος, Κώστας Σφήκας, Αλέξης Δαμιανός, Γιάννης Κοκκόλης, Κώστας Φέρρης, Θανάσης Ρεντζής, Παντελής Βούλγαρης, Νίκος Παναγιωτόπουλος) διαφοροποιήθηκαν από τους σκηνοθέτες του κλασικού εμπορικού κινηματογράφου και άρθρωσαν πολιτικό λόγο, και σε κάθε περίπτωση αιχμηρό, και διάστικτο με στοιχεία της ελληνικής πραγματικότητας, πέρα από κάθε λογοκρισία ή συμβιβασμό. Η ρήξη τους με την κυρίαρχη κινηματογραφική ιδεολογία βρήκε έρεισμα στις αλλαγές που συνέβαιναν στην Ελλάδα, στην Ευρώπη, στον Κόσμο, πάνω στην Ιδεολογία, στις Τέχνες, στην Πολιτική. To κοινωνικό τοπίο σχολιάζεται, η επαρχία παύει να είναι η φολκλορική διαφυγή των αλλοτριωμένων πρωτευουσιάνων, αλλά ένας τόπος όπου όλα καθορίζονται από την ισχυρή φύση του ανθρώπου. Η αφήγηση δεν είναι πλέον γραμμική, οι χαρακτήρες αποδίδονται με ασαφή περιγράμματα. Εν ολίγοις, η κινηματογράφηση θεατρικών επιτυχιών, που ως επί το πλείστον αποτελούσαν τον κλασικό εμπορικό κινηματογράφο της εποχής, ανατρέπεται πλήρως και η κινηματογραφική έκφραση απελευθερώνεται.

Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος είναι ο πιο κινητικός, δημιουργικός και δημοφιλής σκηνοθέτης του ΝΕΚ. Οι ταινίες του τη δεκαετία του 1970 είναι μια σειρά από αριστουργήματα, με αποκορύφωμα την ταινία Ο Θίασος (1975), το δεύτερο μέρος της Τριλογίας της Ιστορίας. Ένα μπουλούκι ταξιδεύει στην Ελλάδα τόσο στο χώρο όσο και στο χρόνο. Η δύσκολη και δυσλειτουργική Ελλάδα, αποδίδεται με μια σύγχρονη αντίληψη αρχαιοελληνικής τραγωδίας, ενώ ταυτόχρονα οι κινηματογραφικοί κανόνες σπάνε. Μεγάλα μονοπλάνα, πλαν σεκάνς (που «βύθισαν μια γενιά στα πιο βαθιά χασμουρητά» σύμφωνα με κάποιον φωστήρα του έθνους) με ρήξη της ενότητας του χρόνου, μονόλογοι που απευθύνονται στο θεατή, ποιητική και αλληγορική ροπή. Κυρίως, όμως, είναι μια κριτική πάνω στα πολιτικά πράγματα της χώρας, τούτης της χώρας της Γκόλφως, της στείρας παράδοσης, της επανάληψης, της παπαγαλίας και εν τέλει του παρελθόντος. Ο Αγγελόπουλος, ο κινηματογραφιστής του χρόνου, δηλώνει ότι η Ελλάδα λειτουργεί σε χρόνο παρελθόντα και το μέλλον θα έχει όλα τα χαρακτηριστικά του σκοτεινού και δύσκολου παρελθόντος της. Γι αυτό, η κυβέρνηση του «Εθνάρχη» Κωνσταντίνου Καραμανλή, θεώρησε ότι δεν ήταν πρέπον να εκπροσωπηθεί η χώρα από τούτη την πολύ «αριστερή» ταινία, στα Βραβεία Όσκαρ εκείνης της χρονιάς.

Η πεμπτουσία της κινηματογραφικής έκφρασης του Θεόδωρου Αγγελόπουλου είναι, λοιπόν, Ο Θίασος. Η ταινία με την οποία ξεκίνησε η συνομιλία του με τους κορυφαίους σκηνοθέτες του παγκόσμιου κινηματογράφου. Μικελάντζελο Αντονιόνι, Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, Ακίρα Κουροσάουα, Βέρνερ Χέρτζογκ, Βιμ Βέντερς, μερικοί από τους συναδέλφους του, που εκδήλωσαν την απεριόριστη εκτίμηση στο έργο του. Εξάλλου, από το επίσης αριστουργηματικό Ταξίδι στα Κύθηρα (1984) και έπειτα, ο Αγγελόπουλος είχε ως μόνιμο συνεργάτη στη συγγραφή των σεναρίων του τον Τονίνο Γκουέρα, έναν μύθο στο χώρο του κινηματογραφικού σεναρίου που δούλεψε με τον Μικελάντζελο Αντονιόνι, τον Φεντερίκο Φελίνι, τον Αντρέι Ταρκόφσκι και άλλους. Ο Αγγελόπουλος είναι ο σκηνοθέτης που έβαλε την Ελλάδα στον κινηματογραφικό χάρτη και, μάλιστα, από θέση ισχύος.

Η χώρα του, την οποία παρατήρησε και αφουγκράστηκε όπως κανένας άλλος, ήταν – στην καλύτερη περίπτωση – αδιάφορη απέναντί του. Ο Αγγελόπουλος άκουσε ότι είναι «αργός», «βαρετός», «κουλτουριάρης». Οι ταινίες του, για πολλούς κριτικούς, τηλεπερσόνες, σεναριογράφους τηλεοπτικών σειρών, που σήμερα αποτελούν την αφρόκρεμα της πολιτιστικής παραγωγής, ήταν δυσνόητες, πομπώδεις και κατηγορούνταν ως αντικινηματογραφικές στο βαθμό που ήταν αντιεμπορικές. Πολλοί ελάσσονες συνάδελφοί του τον κατηγόρησαν για τσιγκουνιά και προσπάθεια παρεμπόδισης της ανέλιξής τους. Μάλιστα, η πικρία για μια διαφορετική καριέρα, τους οδηγεί σε μια τάση ισοπέδωσης του έργου του. Οι κατηγορίες και η δυσπιστία κάμφθηκαν κάπως μετά τον Χρυσό Φοίνικα που κέρδισε για το Μία Αιωνιότητα και Μία Μέρα (1998).

Κυνηγήθηκε από την εκκλησία και την κάστα των νεοορθόδοξων, με κυριότερη την περίπτωση των γυρισμάτων της ταινίας Το μετέωρο βήμα του πελαργού (1991) στη Φλώρινα. Τα τραγικά γεγονότα, τα οποία υποκίνησε ο Μητροπολίτης της πόλης, Αυγουστίνος Καντιώτης, ήταν μια εκδήλωση του φανατισμού και του μίσους που συντηρούν οι ηγέτες των θρησκειών, αλλά και της Πολιτείας. Έτσι, πιστοί, παραθρησκευτικές οργανώσεις, εθνικιστές, επιστρατεύτηκαν με σκοπό την παρενόχληση του συνεργείου και τη διακοπή των γυρισμάτων. Οι πρωταγωνιστές της ταινίας, Μαρτσέλο Μαστρογίαννι και Ζαν Μορώ, άναυδοι αναζητούσαν τα αίτια πίσω από αυτή την απρόκλητη επίθεση. Το αποτέλεσμα ήταν σοκαριστικό και ενδεικτικό της μόνιμης παρουσίας φασιστικών και λογοκριτικών αντανακλαστικών στην ελληνική κοινωνία. Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του Διονύση Σαββόπουλου: «Ο κ. Αγγελόπουλος είναι τόσο ανύπαρκτος όσο και η «Μακεδονία των Σκοπίων». Το ιδεολογικό κομφούζιο σε όλο του το μεγαλείο.

Η αλήθεια δεν βρίσκεται κάπου στη μέση. Η αλήθεια βρίσκεται ολόκληρη από την πλευρά του Θόδωρου Αγγελόπουλου, ενός σπουδαίου σκηνοθέτη που εξέλιξε το κινηματογραφικό μέσο, εκφράστηκε μέσα από αυτό και το εξέλιξε όσο λίγοι σκηνοθέτες σε παγκόσμια κλίμακα. Η έλλειψη παιδείας και η τάση απαξίωσης όσων δεν καταλαβαίνουμε, οδήγησε σε μια ταραχώδη σχέση με τους εντόπιους εκπροσώπους του πνεύματος. Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος πέθανε στις 24 Ιανουαρίου του 2012 μετά από σοβαρό τραυματισμό από διερχόμενη μοτοσυκλέτα στο διάλειμμα των γυρισμάτων της νέας του ταινίας «Η άλλη θάλασσα» στη Δραπετσώνα.

Ανδρέας Άννινος

Leave a comment