Σκηνοθεσία: Ρομπέρτο Ροσελίνι
Σενάριο: Ρομπέρτο Ροσελίνι, Φεντερίκο Φελίνι, Sergio Amidei, Alberto Consiglio
Παίζουν: Άννα Μανιάνι, Άλντο Φαμπρίτζι
Παραγωγή: Ιταλία
Διάρκεια: 1 ώρα 43 λεπτά
Ο αρχηγός της Αντίστασης, Τζόρτζιο Μανφρέντι, αναζητά κρησφύγετο και τρόπο διαφυγής από τους Ναζί στην κατεχόμενη Ρώμη.
Ο Ρομπέρτο Ροσελίνι σκηνοθετεί την κατά πολλούς κορωνίδα του ιταλικού νεορεαλισμού, πρώτο μέρος της νεορεαλιστικής τριλογίας του, και αποδίδει τη Ρώμη λίγο μετά τον όλεθρο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Η προσπάθεια του αρχηγού της Aντίστασης να φυγαδευτεί, οδηγεί σε αλλεπάλληλες τραγωδίες, ψήγματα μόνο της μεγάλης τραγωδίας του πολέμου. Οι φασιστικές τακτικές ενισχύουν τη συνεργασία όλου του λαού, ακόμα και των μικρών παιδιών, που αντιστέκονται σθεναρά στον κατακτητή προκαλώντας του όμως τίποτα άλλο παρά μικρά πλήγματα.
Ο Ροσελίνι άρχισε να ετοιμάζει την ταινία δύο μήνες μετά την απελευθέρωση της Ρώμης, πάνω δηλαδή στα ερείπια της πόλης στην οποία γεννήθηκε και που τόσο πολύ αγάπησε. Το κυρίαρχο χαρακτηριστικό του ιταλικού νεορεαλισμού ήταν ακριβώς αυτή η επικαιρότητα που έδινε την ευκαιρία στους μεγάλους σκηνοθέτες του κινήματος (Ρομπέρτο Ροσελίνι, Λουκίνο Βισκόντι, Βιττόριο Ντε Σίκα, Τσέζαρε Ζαβατίνι) να ανασυνθέσουν την οδυνηρή πραγματικότητα παίρνοντας ξεκάθαρη θέση απέναντι στα γιγάντια προβλήματα της μεταπολεμική Ιταλίας. Η κραυγή του Ροσελίνι “Πώς θα ξεχάσουμε όλο αυτό το μαρτύριο, το άγχος, τον φόβο…; Δεν μας βλέπει ο Χριστός;” είναι ουσιαστικά μια κραυγή προς τον άνθρωπο για αφύπνιση, για πλήρη αναθεώρηση των ηθικών αξιών όσο ακόμα είναι νωπό το βίωμα της φρίκης. Γι αυτό και πολλές φορές μέσα στην ταινία, οι ήρωες παρά το σκληρό αδιέξοδο εκφράζουν έναν ιδιαίτερο, έναν απελπισμένο οπτιμισμό.
Τα πεινασμένα πλήθη καδράρονται μέσα σε ένα σαφές πλαίσιο από το οποίο αναδύεται η τραγικότητα που καλύπτει ως πέπλο την ανθρώπινη ύπαρξη. Η τραγικότητα που δεν εμποδίζει το ζευγάρι των ανιστασιακών να ετοιμάζουν έναν θρησκευτικό γάμο διότι στο δημαρχείο βρίσκεται ο κατακτητής. Η τραγικότητα που με ένα μόνο πλάνο μέσα στην ταινία υπογραμμίζεται όταν ο καθολικός παπάς Ντον Πιέτρο που συνεργάζεται με τους άθεους αντάρτες βαδίζει στο σημείο εκτέλεσής του έχοντας δίπλα του τον αντικαταστάτη του πλέον παπά, ο οποίος με προσευχές τον παρηγορεί παροτρύνοντας τον να έχει κουράγιο. “Δεν είναι δύσκολο να έχεις έναν καλό θάνατο. Το δύσκολο είναι να έχεις μια καλή ζωή” απαντά ο Ντον Πιέτρο περιτριγυρισμένος από τους δημίους του.
Η ταινία είναι δομημένη σε δύο μέρη. Το πρώτο τελειώνει με μία από τις πιο χαρακτηριστικές σεκάνς στην ιστορία του κινηματογράφου στην οποία οι Ναζί εκτελούν την Πίνα (Άννα Μανιάνι). Η Ρώμη, Ανοχύρωτη Πόλη είναι μια νεορεαλιστική ταινία, όμως αρκετοί ηθοποιοί που παίζουν στην ταινία είναι επαγγελματίες, ενώ στα γυρίσματα περιλαμβάνονται και τρία μικρά σκηνικά σε στούντιο. Η κάμερα στο χέρι μας δίνει κάποια πολύ ζωντανά πλάνα με έντονη την αίσθηση της φυσικότητας, χωρίς όμως να είναι ο μόνος τρόπος κινηματογράφησης σε ένα φιλμ που εξαντλεί τα εκφραστικά μέσα του κινηματογράφου. Η Ρώμη σε όλο το καταστροφικό μεγαλείο του πολέμου, οι ερασιτέχνες ηθοποιοί, ο φυσικός φωτισμός, η αφτιασίδωτη, ωμή πραγματικότητα είναι τα στοιχεία που προσδίδουν αυθεντικότητα στην ταινία. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Ροσελίνι χρειάστηκε να χρησιμοποιήσει υλικό επικαίρων εξαιτίας των δυσχερειών της παραγωγής.
Όταν μια πόλη είναι διαλυμένη, όταν η οικονομία όλης της χώρας είναι διαλυμένη, όταν η λαίλαπα του πολέμου είναι πίσω μόνο δύο μήνες, όταν όλα είναι εναντίον σου και εσύ πραγματοποιείς ένα αριστούργημα με εικονοποιία γερμανικού εξπρεσιονισμού και με αντιφασιστικό περιεχόμενο, επίκαιρο ακόμα, τότε δεν κάνεις απλώς κινηματογράφο. Ο Ρομπέρτο Ροσελίνι δεν έκανε απλώς κινηματογράφο. Ήταν ο άνθρωπος που ζούσε μέσα από του παλμούς του μέσου.
Ανδρέας Άννινος