Σκηνοθεσία: Κλιντ Ίστγουντ
Σενάριο: Ρίτσαρντ Λα Γκραβενίζ
Πρωταγωνιστούν: Κλιντ Ίστγουντ, Μέριλ Στριπ, Άνι Κόρλεϊ, Βίκτορ Σλέσακ
Παραγωγή: ΗΠΑ, 1995
Διάρκεια: 134΄
Δύο αδέρφια η Κάρολαιν (Άνι Κόρλεϊ) και ο Μίκαελ (Βίκτορ Σλέσακ) επιστρέφουν στο σπίτι που μεγάλωσαν μετά το θάνατο της μητέρας τους. Σκοπός τους να διευθετήσουν τα κομμάτια της κληρονομιάς και τον τρόπο ταφής της αποθανούσας. Όταν ανοίγει ο φάκελος του δικηγόρου με τη διαθήκη βρίσκονται αντιμέτωποι με διάφορα πράγματα που ζητά η μητέρα τους. Την κορωνίδα αποτελεί η απόκρυψη ενός μεγάλου ανεκπλήρωτου έρωτα. Έτσι ξετυλίγεται και η ιστορία. Η σειρά των γεγονότων θα αναγκάσει και τα δύο αδέρφια να μπουν τόσο σε προσωπικές σκέψεις για τις ζωές τους όσο και στην προσπάθεια κατανόησης των πράξεων της μητέρα τους.
Μεταφορά στο ζεστό και σκονισμένο καλοκαίρι του 1965 στην Άιοβα. Στον ήρεμο κόσμο της Ιταλίδας επαρχιώτισσας νοικοκυράς Φρατζέσκα (Μέριλ Στριπ) εμφανίζεται ξαφνικά ο γοητευτικός – κοσμοπολίτης φωτογράφος Ρόμπερτ (Κλιντ Ίστγουντ). Εργαζόμενος στο περιοδικό National Geographic, καταφτάνει χαμένος στη διαδρομή έξω από το σπίτι της, με σκοπό να φωτογραφίσει τις ιδιαίτερες αρχιτεκτονικά ξύλινες σκεπαστές γέφυρες του Μάντισον. Η απουσία της οικογένειας της Φρατζέσκα στη γειτονική πολιτεία σε ένα πανηγύρι τής δίνει τη δυνατότητα να τον φιλοξενήσει για τέσσερις μέρες. Μέσα σε αυτό το σύντομο χρονικό διάστημα ξυπνούν μέσα της πνιγμένα συναισθήματα και ζει ένα παθιασμένο έρωτα. Όλα τα αφήνει να κυλήσουν όσο πιο έντονα γίνεται, ζώντας στο έπακρο τις λιγοστές αυτές στιγμές.
Αναμφίβολα πρόκειται για μια από τις λιγοστές σκηνοθετικές δουλειές του Κλιντ Ίστγουντ – αν όχι τη μοναδική σε ολόκληρη τη φιλμογραφία του – που καταπιάνεται με ένα τόσο συναισθηματικό θέμα. Βασισμένο στη ομώνυμη επιτυχημένη νουβέλα του Ρόμπερτ Τζέιμς Γουόλερ παρουσιάζει στο κοινό ένα στιβαρό, χολιγουντιανό, παραδοσιακό στυλιζάρισμα σκηνοθεσίας μέσω της πλοκής του βιβλίου. Αρκετά κοντινά πλάνα για να δείξει την ένταση και το σκεπτικισμό των δύο ηρώων μπροστά στα αδιέξοδα που καλούνται να αντιμετωπίσουν. Σύμμαχος σε όλη την ταινία τα εξωτερικά μακρινά πλάνα της εξοχής που τα εκμεταλλεύεται στο έπακρο για να ευχαριστήσει το μάτι του θεατή.
Αρκετά χρόνια πριν η πολιτική ορθότητα γίνει μόδα και εισχωρήσει στο Χόλυγουντ, η ταινία σε αρκετά σημεία θίγει κάποια στερεότυπα της εποχής. Η μειονεκτική θέση της γυναίκας μέσω των στεγανών από τις πατριαρχικές απόψεις έως την πίεση στις αποφάσεις που μπορεί να πάρει αντικατοπτρίζεται έντονα. Από το ξεκίνημα της ταινίας στη σεκάνς, που όλα τα μέλη της οικογένειας απλά περιμένουν να σερβιριστούν για πρωινό, λες και είναι ξενοδοχείο, μέχρι και την απόφασή της να παρατήσει τη δουλειά της για να υπηρετεί το σπίτι. Όλο αυτό το πακέτο πίεσης – στερεοτύπων νικά την ατάκα του Κλιντ Ίστγουντ «όλο αυτό που ζούμε και νιώθουμε ίσως το πετυχαίνεις μία φόρα στη ζωή σου».
Η βαριά κινηματογραφική βιομηχανία που ονομάζεται Χόλυγουντ ήταν είναι και θα συνεχίσει να είναι φαστ φουντ (με κακή μάλιστα γεύση για τον ουρανίσκο) σε ό,τι παράγει πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Μέσα στο συνονθύλευμα σκουπιδιών που έχει χαρίσει απλόχερα, η μπομπίνα της εν λόγω ταινίας σε αρκετά σημεία μαζί με την εξαιρετική ερμηνεία της υπέρμετρα πολυδιαφημισμένης Μέριλ Στριπ (υποψήφια για Όσκαρ), καταλαμβάνει μία θέση στο ράφι ως ένα αξιομνημόνευτο ρομαντικό κλασικό φιλμ. Κι ας αναλογιστούμε ότι τόσα χρόνια τόσες μα τόσες παραγωγές με ίδια θεματολογία, ωχριούν μπροστά σ’ένα απλά συμπαθητικό φιλμ που αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση στο φινάλε του.
Λεωνίδας Ρηγόπουλος