Σκηνοθεσία: Θόδωρος Αγγελόπουλος
Σενάριο: Θόδωρος Αγγελόπουλος, Δημήτρης Νόλλας, Τονίνο Γκουέρα
Παίζουν: Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, Νάντια Μουρούζη, Τζένη Ρουσέα
Παραγωγή: Ελλάδα – Γαλλία – Ιταλία, 1986
Διάρκεια: 2 ώρες 2 λεπτά
Ο Σπύρος (Μαρτσέλο Μαστρογιάνι), δάσκαλος για πολλά χρόνια στην επαρχία, αφήνει το σπίτι του την ημέρα του γάμου της κόρης του. Ξεκινά την κάθοδο προς το νότο με τις κυψέλες του, ακολουθώντας το «δρόμο των λουλουδιών». Στην πορεία, συναντά μία νέα γυναίκα (Νάντια Μουρούζη). Οι συναντήσεις τους είναι διαδοχικές, σαν να ακολουθεί ο ένας τον άλλον ή απλώς σαν να πρέπει να ζήσουν μαζί αυτό το οδοιπορικό.
Η εναρκτήρια σεκάνς της ταινίας διαθέτει το βάρος και τη συγκινητική φόρτιση των εορταστικών σκηνών, που συναντά ο θεατής σε ολόκληρη τη φιλμογραφία του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Μια πικρή σκηνή αποχαιρετισμού με μεγαλειώδη αίσθηση του κάδρου και άφοβες κινήσεις της κάμερας που καταγράφει το χώρο που παίζεται το δράμα. Το μοναχικό δέντρο, στην άκρη του ρέματος και ο Μαστρογιάννι με το επιβλητικό παρουσιαστικό και τη μυστηριώδη μελαγχολία του, τοποθετούνται στην εισαγωγή της ταινίας και εμπεριέχουν το πνεύμα της. Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα, ο Σπύρος θα είναι ένα μοναχικό δέντρο, δίχως καμία πρόσβαση σε αυτό. Δεν θα υπάρχει ούτε εκείνη η μικρή γέφυρα που δεν προστατεύει τον διαβάτη της σε κανένα σημείο.
Ξεκινά το ταξίδι του Σπύρου. Ο αφηγητής παραθέτει αποσπάσματα από το ημερολόγιο του πρωταγωνιστή, πολλές φορές πατώντας πάνω στο διαλογικό μέρος του φιλμ. Ένα φιλμ σκοτεινό, καθώς στις περισσότερες σκηνές η πλοκή εντοπίζεται σε νυχτερινές ώρες, όταν οι πηγές φωτός που ρίχνουν την αμυδρή τους μαρμαρυγή στο λιτό σκηνικό, μοιάζουν να σκοτεινιάζουν περισσότερο τον χώρο. Η Ελλάδα του Αγγελόπουλου έχει σκοτάδι, σιωπή, απομόνωση. Τι αμηχανία πρέπει να προκαλεί η σκοτεινή, βροχερή, παγερή Ελλάδα σε όσους έχουν μακρινή σχέση με τούτη τη χώρα που διαφημίζεται για τον ήλιο της, τα γαλήνια νερά, τον γαλάζιο ουρανό και τα χαρούμενα πρόσωπα.
Στα γυρίσματα της ταινίας: Θόδωρος Αγγελόπουλος, Μαρτσέλο Μαστρογιάνι
Ο Σπύρος είναι ένας άνδρας σε κρίση, και η πολιτική του ταυτότητα βαραίνει πάνω στο προσωπικό του βίωμα και τον αλλοτριώνει. Εμφανής συγγένεια με τον Αντονιόνι, καθώς ένας χαρακτήρας εκτίθεται στο φως της λαμπερής ματαιότητας του χρόνου αλλά και των καταπιεσμένων επιθυμιών. Ενδιαφέρων ο παραλληλισμός των μεγάλων αποφάσεων της ζωής με τη νέα κοπέλα που βρίσκει στο δρόμο του ο Σπύρος, ο οποίος θαρρεί πώς έχει νέες ιδέες, όμως δεν έχει το σθένος να τις υποστηρίξει και εκείνες τον αφήνουν. Το άδειασμα από ιδέες που αλλού μπορεί να οδηγήσει παρά στην αυτοκαταστροφή; Το πρόσωπο του χρόνου είναι οι γνώριμοι τόποι που αλλάζουν. Έχει φρικτό πρόσωπο ο χρόνος και φθείρει. Ο άνθρωπος δεν αντέχει τη φθορά, γι’ αυτό και καταφεύγει στην ομορφιά της δημιουργίας.
Ανάμεσα στα γνώριμα μονοπλάνα του Αγγελόπουλου με το εσωτερικό μοντάζ και τον καλά δουλεμένο ρυθμό που προκύπτει από τις καλοκουρδισμένες χορογραφίες του, μέσα από τα κάδρα του που συλλαμβάνουν τη «Σκόνη του Χρόνου», παραδομένους στις προσεκτικά τοποθετημένες σημειακές πηγές του που δίνουν βάθος στον χώρο και δημιουργούν επίπεδα, έρχονται να μας συναντήσουν σεκάνς, όπως αυτές του καφενείου και του Σινέ Πάνθεον. Στην τελευταία, ο Ντίνος Ηλιόπουλος σε ένα σύντομο πέρασμα, δείχνει την αγάπη του για την κινηματογραφική αίθουσα που έχει ερημώσει, αφού συντηρεί καθημερινά τη μηχανή προβολής. Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, η ψυχή του ελληνικού κινηματογράφου, ανοίγει διάλογο με τον Αντονιόνι και τον Βέντερς, για τον κινηματογράφο, τον χρόνο και την Ιστορία, την τραγική φύση του ανθρώπου, τον έρωτα και το δρόμο.
Ανδρέας Άννινος