Σκηνοθεσία: Αλεχάντρο Λάντες

Σενάριο: Αλεχάντρο Λάντες, Αλέξις Ντος Σάντος

Παίζουν: Μόιζες Αρίας, Τζούλιαν Νίκολσον, Σοφία Μπουεναβεντούρα

Παραγωγή: Κολομβία, Αργεντινή, Ολλανδία

Διάρκεια: 1 ώρα 42 λεπτά

Μια ομάδα από οκτώ έφηβους αντάρτες με την ονομασία Monos (σύμφωνα με το σκηνοθέτη τoν ικανοποιούν πλήρως οι πολλαπλές ερμηνείες της λέξης όπως π.χ. μαϊμούδες, ή η ελληνική εκδοχή μόνος) κρατούν όμηρο μια αμερικανίδα μηχανικό ενώ δέχονται εντολές και εκπαίδευση από το αρχηγείο της Οργάνωσης.

Ο Αλεχάντρο Λάντες, σκηνοθέτης, παραγωγός και δημοσιογράφος μας δίνει την τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του, 8 χρόνια από την προηγούμενη, το Porfirio. Είναι πολύ ενδιαφέρων ο τρόπος με τον οποίο κινείται ο σκηνοθέτης σε διάφορα επίπεδα της κατασκευής του.

Οι χαρακτήρες διαγράφονται με μεγάλη σαφήνεια αλλά και οικονομία. Σε μια ταινία με τόσους χαρακτήρες, ένα στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί είναι το κατά πόσο ο θεατής δεν θα χάσει τον προσανατολισμό του και τη δυνατότητα να αναγνωρίζει και να αποδίδει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στους ήρωες. Εδώ, τόσο τα πολεμικά ψευδώνυμα, όσο και η επιλογή του σκηνοθέτη να αφιερώσει χρόνο για να αντιληφθούμε τις σχέσεις και τις ιδιότητες του κάθε ήρωα δουλεύουν άψογα.

Η κάμερα ακολουθεί τους αντάρτες και τον εκπαιδευτή τους, αλλά και την όμηρο. Με αυτόν τον τρόπο ο θεατής εμπλέκεται και γίνεται κυρίαρχη η αίσθηση πως όλες οι πλευρές είναι παγιδευμένες και υποφέρουν μέσα σε μια κατάσταση ιεραρχίας, ανασφάλειας και μόνιμης εγρήγορσης. Η εφηβική ζωτικότητα, η σκληρή δουλειά και η εκπαίδευση των παιδιών – στρατιωτών συνυπάρχουν με την αγωνία και την προσπάθεια για απόδραση της ομήρου. Η απόδοση των συναισθημάτων και των δύο πλευρών γίνεται μέσα από ένα παράλληλο μοντάζ, λειτουργικό και προσεγμένο, από τον Γιώργο Μαυροψαρίδη, μοντέρ του Γιώργου Λάνθιμου. Θυμίζουμε ότι ο Αλεχάντρο Λάντες είχε συνεργαστεί με το Θύμιο Μπακατάκη, διευθυντή φωτογραφίας και συνεργάτη του Γιώργου Λάνθιμου, στο Porfirio.

Ο Λάνθιμος και εν γένει το Greek Weird Wave “ακούγονται” στην ταινία τού Λάντες, όπως και ο Μίκαελ Χάνεκε. Τα τύμπανα στην ηχητική μπάντα είναι όμοια με αυτά στο Ο Θάνατος ενός Ιερού Ελαφιού, ενώ τόσο οι εικόνες από την τηλεόραση που καθιστούν μουγκούς τους θεατές τους, όσο και το τέλος της ταινίας με το τρομαγμένο κοίταγμα ενός από τα παιδιά στην κάμερα παραπέμπουν στη “σκληρή” φιλμογραφία του μεγάλου αυστριακού σκηνοθέτη.

Συνολικά, η ταινία έχει πολλές αισθητικές αρετές, υπέροχη φωτογραφία, ενώ τα συνεχή γενικά πλάνα του σκηνοθέτη την αναδεικνύουν. Ταυτοχρόνως είναι και μια αντιπολεμική κραυγή, αφού καταδεικνύονται τα αδιέξοδα του μιλιταρισμού ανεξάρτητα από το ιστορικό συγκείμενο μέσα στο οποίο εμφανίζεται.

Ανδρέας Άννινος

Leave a comment