Σκηνοθεσία: Σταύρος Τσιώλης

Σενάριο: Σταύρος Τσιώλης

Παίζουν: Πέμη Ζούνη, Μηνάς Χατζησάββας, Δήμητρα Χατούπη

Παραγωγή: Ελλάδα – 1985

Διάρκεια: 1 ώρα 24 λεπτά

14 χρόνια μετά την πρώτη περίοδο της σκηνοθετικής του δημιουργίας, ο Σταύρος Τσιώλης, ένας από τους πλέον συμπαθείς και συνεπείς δημιουργούς του Σύγχρονου Ελληνικού Κινηματογράφου, μας δίνει την ταινία «Μια τόσο μακρυνή (sic) απουσία». Διαχρονικά μοτίβα όλων των φάσεων του ελληνικού κινηματογράφου (Παλαιός, Νέος, Σύγχρονος Ελληνικός Κινηματογράφος), μέσα από την ονειρική ατμόσφαιρα και την άψογη φωτογραφία του κορυφαίου Γιώργου Αρβανίτη, χαρακτηρίζουν την ταινία του Τσιώλη. Άλλωστε, καταχρηστικά τοποθετήσαμε τον Σταύρο Τσιώλη στους δημιουργούς του Σύγχρονου Ελληνικού Κινηματογράφου, αφού οι τέσσερις πρώτες ταινίες του τοποθετούνται χρονικά στο τέλος του Παλαιού και στις αρχές του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου. Όμως μιας και το έργο που τον τελικά τον χαρακτηρίζει, παράγεται από το 1985 και έπειτα, είναι αρκετά ακριβές να τον κατατάξουμε στους δημιουργούς του Σύγχρονου Ελληνικού Κινηματογράφου.

Η σχέση των ελλήνων με την επαρχία, τις βαθιές ρίζες τους αλλά και η βίαιη απομάκρυνσή τους από αυτές μέσω της μεταπολεμικής αστυφιλίας, αναδεικνύονται από το σενάριο του Τσιώλη. Η Αγγελική (Πέμη Ζούνη) προσπαθεί να γλιτώσει την κατατονική αδελφή της, Αλεξάνδρα (Δήμητρα Χατούπη), από την εισαγωγή της σε Δημόσιο Ψυχιατρείο. Ενδιαφέρον έχει η ματιά του Τσιώλη στο παρελθόν των δύο γυναικών που προέρχονται από την επαρχία. Η οικογενειακή κατρακύλα ξεκινά από την ιστορία που είχε η Αλεξάνδρα στη Γερμανία – όπου την είχε στείλει ο πατέρας της να σπουδάσει και να εργαστεί – με κάποιον φοιτητή. Η τιμή της οικογένειας είχε θιχτεί, οι αντιδράσεις του οικογενειακού του περιβάλλοντος ήταν έντονες, και ο πατέρας της καταλήγει νεκρός. Το ασφαλές αλλά και νοσηρό τοπίο της ελληνικής επαρχίας, εξωκειμενικά στην ταινία του Τσιώλη, γίνεται η γενεσιουργός αιτία για τα δεινά της άτυχης οικογένειας.

Η Αγγελική αποφασίζει να μην παρατήσει την Αλεξάνδρα. Η αδελφική αγάπη εξυψώνεται, η Αγγελική αφιερώνεται στη διάσωση της Αλεξάνδρας από το οριστικό κλείσιμο στο δημόσιο ψυχιατρείο, στην κόλαση επί Γης, όπως εκείνη αντιλαμβάνεται το τελευταίο αυτό στάδιο του δράματος. Είναι βαθιά ευαίσθητη η οπτική του Τσιώλη. Τονίζει την αταίριαστη φύση των δύο αδελφών στην ονειρική, «ηλεκτρονική» πόλη, σε αυτή την αφύσικη κατάληξη πολλών ανθρώπων, που μοιάζει ίσως με έναν πρόωρο θάνατο. Γι’ αυτό και κυρίως οι κάτοικοι των μεγάλων πόλεων έχουν την τάση να ξεφεύγουν από την πραγματικότητα με κάθε τρόπο: με διασκεδάσεις κάθε είδους, με ουσίες «παράνομες» ή «νόμιμες», αλλά και με τον κινηματογράφο.

Μπορεί να είναι η Αλεξάνδρα που αντιμετωπίζει ένα πολύ σοβαρό ψυχολογικό πρόβλημα, όμως και η Αγγελική είναι μόνη. Εντελώς μόνη την καδράρει ο Τσιώλης, εντελώς μόνη την ξεκολλάει από το background ο τεράστιος Γιώργος Αρβανίτης, με τον backlight φωτισμό από τη νυχτερινή Αθήνα (εκπληκτικά πλάνα από τον ηλεκτρικό, αλλά και από άλλα χαρακτηριστικά σημεία της όμορφης και ταυτοχρόνως άσχημης μεγαλούπολης). Ο Τσιώλης αφιερώνει την ταινία στον Γιασουτζίρο Όζου. Πράγματι, η θεματική της ταινίας προσεγγίζει τον κορμό των θεμάτων που έθεσε ο Όζου στην Ιαπωνία, δηλαδή την αισθητή αλλαγή του τρόπου ζωής μιας κοινωνίας, μέσα από μια ανώριμη – ίσως – διαδικασία εκμοντερνισμού. Σκηνοθετικά, ο Τσιώλης τραβά τον δικό του δρόμο, με κάποιες αναφορές στον Όζου (χαμηλές γωνίες λήψης, εξωδιηγητικά πλάνα) , με πολλές στον Βέντερς (απόσπασμα από την ταινία του «Η Αλίκη στις πόλεις» παρουσιάζεται μέσα στην ταινία), και με κύριο εργαλείο την κινηματογραφική αίσθηση του διαλόγου, τις ευέλικτες γωνίες λήψεις και την καθαρότητα της γραφής του.

Αντί επιλόγου, ιδιαίτερη αναφορά αξίζει ο τίτλος της ταινίας, ένα μεγάλο κεφάλαιο για οποιοδήποτε φιλμ. «Μια τόσο μακρινή απουσία» λοιπόν… Πώς μετριέται η απόσταση της απουσίας; Είναι χρονικός ή χωρικός ο επιθετικός προσδιορισμός «μακρινή»; Έχει να κάνει με την απουσία στην οποία αναγκάστηκε η Αλεξάνδρα και που ήταν η αρχή του κακού; Είναι η ασθένειά της που την κάνει να είναι απούσα αν και φυσικά παρούσα; Είναι άραγε η απουσία του πατέρα που στοίχισε τόσο σε όλη την οικογένεια; Ή μήπως τελικά ο Τσιώλης με αφορμή τη δική του μακρά απουσία από την κινηματογραφική δημιουργία βρίσκει αφορμή για έναν υπέροχο τίτλο με πολλαπλές ερμηνείες, κατά κύριο λόγο ποιητικής φύσεως;

Ανδρέας Άννινος

Leave a comment