Σκηνοθεσία: Σαμ Λέβινσον

Σενάριο: Σαμ Λέβινσον

Παίζουν: Τζον Ντέιβιντ Ουάσινγκτον, Ζεντάγια

Παραγωγή: ΗΠΑ

Διάρκεια: 1 ώρα 46 λεπτά

Ο Μάλκολμ και η Μαρί επιστρέφουν στο σπίτι τους μετά από την πρεμιέρα της ταινίας του πρώτου. Η απόρριψη που βιώνει η Μαρί – στην ιστορία της οποίας βασίστηκε ο Μάλκολμ για να κάνει την ταινία του – γίνεται η αφορμή για ένα αδυσώπητο ξεκαθάρισμα λογαριασμών με ξεσπάσματα αγάπης και μίσους. Εκπρόσωποι του αμερικανικού lifestyle και οι δύο ακροβατούν ανάμεσα σε κοινωνικά σχόλια και προσωπικές εξομολογήσεις.

Αν αναζητήσουμε την ετυμολογία της λέξης «δημιουργία», θα καταλάβουμε τι πηγαίνει στραβά με τις παραγωγές που έρχονται από τις ΗΠΑ, αλλά και από όλο τον κόσμο. Η λέξη δημιουργία λοιπόν προέρχεται από τις λέξεις δήμος και έργο. Είναι λοιπόν η δημιουργία ένα έργο, το αποτέλεσμα των κόπων ενός ανθρώπου ή μιας ομάδας ανθρώπων, που έχει άμεση σχέση με το δήμο, δηλαδή το λαό. Όχι όμως μόνο το λαό, αλλά και τον τόπο, τη γη στην οποία τελείται το έργο αυτό. Εν ολίγοις, κάθε έργο, σε μια εποχή που τα σύνορα έχουν έναν τυπικό ρόλο, οφείλει να αφορά τον κόσμο όλο, και όχι ανθρώπους που έτυχε να γεννηθούν σε ένα τεμάχιο γης με συγκεκριμένο όνομα. Ας επιμείνουμε στη χωρική διάσταση, αγνοώντας εδώ την χρονική διάσταση, που χαρακτηρίζει τα πολύ σπουδαία διαχρονικά έργα.

Το έργο πηγάζει επίσης από το λαό, όταν τελείται η δημιουργία. Αν δεν πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις, είναι αυτονόητο ότι δεν έχουμε να κάνουμε με κάτι δημιουργικό αλλά με έναν υποβιβασμό της θεμελιώδους αυτής λειτουργίας του ανθρώπου, που τον απελευθερώνει, δίνοντάς του την ψευδαίσθηση – έστω – ότι κυβερνά τη ζωή του. Όταν υποβιβάζεται ακόμα και η ψευδαίσθηση, εμφανίζονται οι παραγωγές του Netflix. Όλες; – θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος. Όλες.

Η ταινία Malcolm & Marie είναι πολλά υποσχόμενη στο ξεκίνημά της. Ένα γοητευτικό κοκκώδες ασπρόμαυρο, γυρισμένο εξολοκλήρου σε φιλμ, μεγάλα μονοπλάνα, προσεγμένη σύνθεση των κάδρων, ακόμα και την κάμερα στο πάτωμα έβαλε ο μαθητευόμενος Όζου, Σαμ Λέβινσον. Οι ηθοποιοί, στους άχαρους ρόλους που τους δόθηκαν, είναι εξαιρετικοί, η φωτογραφία μας χαρίζει συνεχή ενσταντανέ απαράμιλλής αισθητικής, η ηχητική επένδυση είναι βελούδινη και άμεση. Όλα τα στοιχεία συγκλίνουν σε μια ευφάνταστη και καλά κατασκευασμένη ταινία, που πίσω της κρύβονται καλοί τεχνίτες, με ιδιαίτερη ματιά.

Φευ! Κάθε συλλογισμός εμπεριέχει και διαίσθηση. Όταν ο συλλογισμός εκπίπτει σε στεγνή διαίσθηση, όμως, το άμορφα ρετουσαρισμένο κατασκεύασμα που προκύπτει, γίνεται ανυπόφορο. Η κενότητα βγαίνει στην επιφάνεια, που έτσι κι αλλιώς μόνο από αυτή αποτελείται το Malcolm & Marie. Οι ατάκες για την σύγχρονη πραγματικότητα ενισχύουν το μονοδιάστατο πλάσιμο αυτής εδώ της αγγαρείας, εξαιτίας της ανάγκης για στοχαστικό coolness. Κανένας κινηματογραφικός συλλογισμός, μόνο μερικοί πειραματισμοί – συρραφή από σκηνοθετικά στυλ. Οι διάλογοι είναι χειρότεροι από το Άφτερλωβ, ενώ υπολείπεται και σε αυθεντικότητα – έτσι, για να γίνει και ένα διακειμενικό σχόλιο. Έργο υπάρχει, ο δήμος αγνοείται.

Η ταινία φτιάχτηκε με περιορισμένα μέσα, τον καιρό της καραντίνας και άλλες τέτοιες αδιάφορες πληροφορίες. Λες και υποχρέωσε κανείς τον σκηνοθέτη να κάνει μια ταινία, που μετατρέπει τους σινεφίλ σε κινηματογραφικούς χιλιαστές. Να περιμένουν την επί της γης μετατροπή της κινηματογραφίας σε αυτό που ήταν κάποτε. Μια αναβλύζουσα πηγή έμπνευσης, που μετατρέπεται σε κοσμοθεωρία. Έως τότε, το Netflix μπορεί να περνάει την ατζέντα του με προσεγμένες παραγωγές, σμπαραλιασμένη αισθητική και κακοτράχαλους διαλόγους. Όσον αφορά το συμπέρασμα, ίσως να ήταν προτιμότερη μια μαύρη οθόνη με λευκά γράμματα, όπου ο Σαμ Λέβινσον θα μας ανέλυε – καθόλου διεξοδικά – την θεωρία του για την αυθεντικότητα.

Ανδρέας Άννινος

Leave a comment