Σκηνοθεσία: Πάολο Σορεντίνο
Σενάριο: Πάολο Σορεντίνο
Παίζουν: Τόνι Σερβίλο , Κάρλο Βερντόνε, Σαπρίνα Φερίλι, Γκαλάτεα Ράντσι
Παραγωγή: Ιταλία
Διάρκεια: 2 ώρες και 20 λεπτά
Η «Τέλεια Ομορφιά» του χαρισματικού Πάολο Σορεντίνο (Il Divo, Le conseguenze dell’amore, The Young Pope), αποτέλεσε ενδεχομένως την ταινία της χρονιάς για το 2013, αποσπώντας μεταξύ άλλων και το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας.
Αποτίνοντας φόρο τιμής στον Φεντερίκο Φελίνι, ο Σορεντίνο αποπειράται να ανασυνθέσει το Dolce Vita στον 21ο αιώνα: Ο δημοσιογράφος και one hit wonder συγγραφέας Τζεπ Γκαμπαρντέλα (που υποδύεται ο εξαιρετικός Τόνι Σερβίλο), βρίσκεται σε οξύτατη υπαρξιακή κρίση. Ο τόπος του «μαρτυρίου» για τον πρωταγωνιστή δεν θα μπορούσε να είναι άλλος απ’ την αιώνια πόλη.
Ο κυνικός σνομπ socialite Tζεπ, μετεωρίζεται μεταξύ των μοναχικών περιπάτων αισθητικής αναζήτησης και προσωπικής ενδοσκόπησης, ανάμεσα στα λαμπρά αξιοθέατα της Ρώμης και των ξέφρενων speed-άτων party στο πολυτελές σπίτι του, περιτριγυρισμένος από μια παρηκμασμένη και ξιπασμένη αστική τάξη. Μία Ρώμη διαφορετική, φλύαρη, γκροτέσκα, που βυθίζεται στην υποκρισία και τον ναρκισσισμό.
Εδώ ο Σορεντίνο ρισκάρει: Η –συγκεκριμένη- Ρώμη της υπερβολής και της οίησης δεν είναι σύγχρονο δημιούργημα, αλλά εμφανίζεται σαν ένα υπεριστορικά συνεχιζόμενο «Ρωμαϊκό όργιο».
Ο αιφνίδιος θάνατος του πρώτου έρωτα του Τζεπ (Ελίσα), προκαλεί ριζικές ανακατατάξεις στις εσωτερικές αναζητήσεις του πρωταγωνιστή. Είναι το σημείο που αναδύεται ρητά και η οντολογία της ταινίας: Η αφηγηματική ταυτότητα. «Είμαστε οι ιστορίες στις οποίες συμμετέχουμε». Το πραγματικό περιπλέκεται με το φανταστικό αλλά κυρίως με το βολικό ψέμα και την ανειλικρίνεια για το ποιοι είμαστε ή επιθυμούμε να είμαστε. Ο Υπαρξιακός θάνατος παραμονεύει στη γωνία και ο βιολογικός θάνατος λυτρώνει τους «τολμηρούς», εντός μιας αδιάφορης πραγματικότητας που εμφανίζεται ως χυλός ιδιοτήτων παρά Υποκειμένων.
Στην «Τέλεια Ομορφιά», το βάλσαμο για το βάρος της ζωής εντοπίζεται στην αναζήτηση της αισθητικής εντύπωσης και της ομορφιάς στην καθημερινή ζωή, στις «ισχνές, ασταθείς, αναλαμπές της ομορφιάς» στην επίπονη πορεία απ’ τη γέννηση ως το θάνατο. (Και) οι οποίες -εντούτοις-αποτελούν παυσίπονο παρά αντίδοτο. Ο πρώτος έρωτας, το καλλίγραμμο νεανικό σώμα, μία σχέση που δεν άντεξε στο χρόνο, για να απομυθοποιηθεί και αυτή με τη σειρά της.
Η επεξεργασία αυτής της θεματικής και η ένταξη της στην πλοκή δεν στερείται προβλημάτων. Η αποσπασματική «φύση» της ταινίας οδηγεί σε φλυαρία και επαναλήψεις. Η μόνιμη εναλλαγή «υψηλής» και «χαμηλής» Τέχνης δημιουργούν στυλιζαρισμένες σκηνές και ζαλίζουν το θεατή, θολώνοντας τα νερά –σχεδόν- μέχρι τέλους. Οι χαρακτήρες – εργαλεία προώθησης της πλοκής, ενώ χτίζονται με υποσχέσεις ουσιαστικής συμβολής, αποδεικνύονται επίπεδοι, με τον τελικό χειρισμό τους να είναι μάλλον απογοητευτικός.
Ανδρέας Δημόπουλος