Σκηνοθεσία: Γκόντφρεϊ Ρέτζιο
Σενάριο: Ron Fricke, Godfrey Reggio, Michael Hoenig, Alton Walpole με ιδέες και έμπνευση από τους: Jacques Ellul, Ivan Illich, David Monongye, Guy Debord, Leopold Kohr
Παραγωγή: ΗΠΑ – 1983
Διάρκεια: 1 ώρα 26 λεπτά
ko.yaa.nis.qatsi. (στη γλώσσα των ιθαγενών Χόπι), ουσ.
1. τρελή ζωή 2. ζωή σε αναταραχή 3. ζωή εκτός ισορροπίας 4. ζωή σε αποσύνθεση 5. μια κατάσταση ζωής που απαιτεί έναν άλλο τρόπο ζωής
Προφητείες των Χόπι που ακούγονται στην ταινία:
«Αν σκάψουμε για πολύτιμα αντικείμενα από τη γη, θα φέρουμε καταστροφή.»
«Κοντά στη μέρα της κάθαρσης, θα υπάρχουν ιστοί της αράχνης, που θα περιστρέφονται μπρος και πίσω στον ουρανό.»
«Ένα δοχείο τέφρας ίσως μια μέρα πέσει από τον ουρανό, που μπορεί να κάψει τη γη και να βράσει τους ωκεανούς.»
Παραγωγός του Koyaanisqatsi είναι ο Francis Ford Coppola. Όλες οι ταινίες εκείνης της περιόδου, στις οποίες εμπλέκεται ο Coppola, μοιάζουν να έχουν μια αποκρυφιστική δύναμη. Είναι σαν να πρόκειται για κάτι παραπάνω από αυτό που προβάλεται. Από τον κανόνα δεν ξεφεύγει και αυτό το sui generis φιλμ, το οποίο θυμίζει ελαφρώς τις «συμφωνίες των πόλεων» της δεκαετίας του 1920 του Τζίγκα Βερτόφ και του Βάλτερ Ρούτμαν. Η κοκκώδης υφή του φιλμ, οι δημιουργούμενοι σχηματισμοί στην οθόνη, η επική και μυστηριακή μουσική του Φίλιπ Γκλας συναρμόζουν ένα έργο που λέει πολλά και που μπορεί κανείς να ανακαλύψει ακόμα περισσότερα (ξανα)βλέποντάς το.
Καθώς ξεκινά η ταινία, πολύ επιβλητικά με το αργό, τελετουργικό zoom out από μια τοιχογραφία και περνά στην αντιθετική εικόνα μιας πυραυλικής εκτόξευσης, δημιουργείται η αίσθηση της εξόδου από το εσωτερικό της γης και το άνοιγμα των οριζόντων. Οι βραχώδεις όγκοι των υψωμάτων με τις σκιές που δημιουργούν τα σύννεφα και το απαλό αεράκι που χαϊδεύει τους αμμόλοφους δημιουργούν μια αναφορά που θα έρθει να πληρωθεί αργότερα στην ταινία. Αρχικά τα πλάνα είναι σταθερά και η φύση κινείται. Τα σύννεφα, ο αέρας, το νερό είναι οι φορείς της κίνησης, ενώ ακολουθεί η κλιμάκωση με την κίνηση της κάμερας πάνω σε ελικόπτερο. Η μουσική λειτουργεί αντιστικτικά, η συνολική σύνθεση αφορά το αιώνιο, δίνει την αίσθηση του γιγάντιου, του αθάνατου.
Από την στιγμή που μπαίνει σε κίνηση η κάμερα, είναι θέμα χρόνου να εμφανιστούν τα έργα του ανθρώπου. Ανατινάξεις βουνών, μηχανές, αγωγοί, πυλώνες ηλεκτρισμού και τα καλώδιά τους, παρεμβάσεις χωρίς μέτρο, όμως με λογική. Πλέον τα σύννεφα σηκώνονται από τη γη και είναι σύννεφα σκόνης, το ελαφρύ ξεβόλεμα της άμμου αντιτίθεται στον καπνό των βιομηχανικών μονάδων. Όγκοι τσιμέντου φυλούν νεκρό νερό, κοντράστ με το ζωντανό νερό των καταρρακτών και των χειμάρρων. Με τη φωτιά η ανθρωπότητα φτιάχνει όπλα, τα πιο εξελιγμένα της μάλιστα είναι και πυρηνικά, τα οποία ενίοτε δοκιμάζονται σε ερημικές τοποθεσίες. Άμορφα μέσα μαζικής μεταφοράς και κτίρια αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος με τζάμια-καθρέφτες που καθρεφτίζουν τον γαλάζιο ουρανό συμπληρώνονται από εικόνες περιθωρίου και ανησυχίας. Οι εναλλαγές στο ρυθμό παύουν στο τέλος της ταινίας: επικρατεί ένας δαιμονιώδης ρυθμός ομογενοποίησης της ανθρωπότητας, μια ματιά με ευαισθησία εντούτοις στο ασήμαντο μέγεθος που έκανε μεγάλες κατακτήσεις.
Ένα κομμάτι φλεγόμενης λαμαρίνας πέφτει από τον ουρανό. Το τραβάει η γη πίσω και ας προσπάθησε να φύγει. Ο κύκλος κλείνει, καθώς η ταινία τελειώνει ακριβώς όπως άρχισε. Πρόκειται για μια συμφωνία της ανθρωπότητας. Είναι σαν να παρατήρησε κανείς μια θάλασσα σε όλες τις εκφάνσεις της: ήσυχη, με λίγο κύμα, φουρτουνιασμένη. Το σημαντικότερο είναι οι σκέψεις που γίνονται εκείνες τις ώρες.
Ανδρέας Άννινος