Σκηνοθεσία: Ναγκίσα Όσιμα

Σενάριο: Ναγκίσα Όσιμα, Πωλ Μάγιερσμπεργκ

Παίζουν: Ντέιβιντ Μπάουι, Τομ Κόντι, Ρουίτσι Σακαμότο, Τακέσι Κιτάνο, Τζακ Τόμσον

Χώρα παραγωγής: Μ. Βρετανία, Ιαπωνία

Διάρκεια: 124΄

Βραβείο BAFTA για καλύτερη μουσική επένδυση (soundtrack) στον Ρουίτσι Σακαμότο

Υποψήφια για Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών 1983

Η ταινία τοποθετείται χρονικά στο 1942 και τα γεγονότα εξελίσσονται στην Ιάβα, μία νήσο της Ινδονησίας σ’ ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης Βρετανών αιχμαλώτων του Β΄ Π.Π. Ο σκηνοθέτης από την πρώτη σεκάνς, μέσω της βίαιης οδήγησης του λοχία Λώρενς, με σκοπό να παρακολουθήσει μία μορφή «λύσης» ενός προβλήματος μετά από ένα ατιμωτικό περιστατικό για τον Ιαπωνικό στρατό και την νοοτροπία του, χτίζει μία γέφυρα που την χρησιμοποιεί προκειμένου να κάνει ομαλές τις μεταβάσεις, που οφείλει ο θεατής να πραγματοποιήσει ώστε να εισαχθεί στην φιλοσοφία της Ιαπωνικής κουλτούρας.

Όλη η ταινία περιστρέφεται, ουσιαστικά, γύρω από τέσσερις χαρακτήρες για να ξετυλιχθεί η ιστορία. Τον Βρετανό λοχία Τζον Λώρενς (Τομ Κόντι) που μιλάει άπταιστα την Ιαπωνική γλώσσα και αποτελεί ένα συνδετικό κρίκο ανάμεσα στους συγκρατούμενούς του και στον υπέρμετρα αυστηρό διοικητή του στρατοπέδου, τον Ιάπωνα Γιονόι (Ριουίτσι Σακαμότο). Ο διοικητής Γιονόι προσπαθεί μέσα από την βαναυσότητα να κρύψει την ευαισθησία που τον διέπει καθώς και ένα ταμπού, την κρυφή ερωτική του έλξη απέναντι στον νεοφερμένο στο στρατόπεδο συγκέντρωσης λογαχό Τζακ Σέλιερς (Ντέιβιντ Μπόουι), έπειτα από μία δική παρωδία. O Μπόουι ενσαρκώνει έναν ακραία αντιδραστικό λοχαγό, υπό το φόντο των δικών του αναμνήσεων που τον καταδιώκουν πίσω στην πατρίδα του. Τέλος, μέσα στο σύμπλεγμα των διαφόρων καταστάσεων που δημιουργούνται με την έλευση του Τζακ Σέλιερς, κομβικός είναι ο ρόλος του σκληρού Ιάπωνα λοχία Χάρα (Τακέσι Κιτάνο). Επιβάλει πολλές φορές την τάξη στο στρατόπεδο, άλλα όσο περνάει ο καιρός, συνάπτει μία άτυπη φιλία με τον λοχία Λώρενς.

Πολύ ωραία κοντινά πλάνα κατά την διάρκεια των μεστών διαλόγων από τον Ναγκίσα Όσιμα, που αντανακλούν την ένταση και την πίεση που δέχονται οι πρωταγωνιστές. Ουσιαστικά, ένας ηθικός εσωτερικός πόλεμος Δύσης – Ανατολής, και των τελείως αντίθετων αξιών που πρέσβευαν τότε. Η πίεση, που τροφοδοτεί εσωτερικά του ήρωες, προέρχεται από την τελείως διαφορετική οπτική γωνία που βλέπουν την ζωή, τον πόλεμο, την αξία να πεθάνει κανείς για τα ιδανικά του. Aπό τη μία πλευρά οι Ιάπωνες που έχουν ως πρωταρχικό στόχο την παράδοση της ζωής τους στον Αυτοκράτορά τους και τη μη παρέκκλιση από αυτό το ιδανικό, και από την άλλη πλευρά, η άνευ όρων παράδοση των Βρετανών κατά την διάρκεια του πολέμου. Η παράδοση στο πεδίο της μάχης είναι γεγονός ατιμωτικό και ύψιστη προσβολή για τους Ιάπωνες στρατιώτες.

Οι δυο αυτοί αντίθετοι κόσμοι θα ερμηνευτούν εξαιρετικά από το σύνολο των πρωταγωνιστών. Ιδιαίτερη είναι η επιλογή δυο σημαντικών καλλιτεχνών του μουσικού χώρου για τους δυο πρωταγωνιστικούς ρόλους. Έκπληξη αποτελεί ο συνθέτης (επιμελήθηκε τo εξαιρετικό και βραβευμένο σάουντρακ της ταινίας) Ριουίτσι Σακαμότο ως διοικητής του στρατοπέδου. Το υπερβολικό παίξιμό του, η έντονη κινησιολογία του μαζί και με την ένταση στην φωνή του, καθρεφτίζει περίφημα την Ιαπωνική αυστηρή στρατιωτική μηχανή. Στον αντίποδα, ο διάσημος τραγουδιστής Ντέιβιντ Μπόουι, προσεγγίζει το ρόλο του περισσότερο με το βλέμμα, το αμιγώς Βρετανικό αυστηρό παρουσιαστικό και το ύφος που μαγνητίζει.

Ο σκηνοθέτης κλείνει την ταινία με μία σύντομη και περιεκτική σκηνή που συνοψίζει όλη την ταινία σε μια κουβέντα του λοχία Τζον Λώρενς στον κρατούμενο πλέον φίλο του Ιάπωνα λοχία, Χάρα, ο οποίος σταθερός στις αρχές του περιμένει στωικά στο κελί του μέχρι να εκτελεστεί. «Η αλήθεια είναι φυσικά ότι κανείς δεν έχει δίκιο», θα πει ο Λώρενς. Ένα δίκιο που αν υπάρχει, χάνεται μέσα στο πόλεμο που δεν ξεχωρίζει νικητές και ηττημένους. Η έννοια δίκιο που φλερτάρει με το ιδεατό. Μόνο που η έννοια δίκιο μένει στο επίπεδο του φλερτ και δεν μετατρέπεται ούτε σε έρωτα, πόσο δε σε αγάπη. Την αγάπη, που ο άνθρωπος έχει απόλυτη ανάγκη για να καταφέρει να σεβαστεί την διαφορετικότητα των λαών, ώστε αυτοί να μπορέσουν να συνεχίσουν το δύσκολο ταξίδι τους μέσα στον χρόνο, όσο πιο ομαλά και αναίμακτα μπορούν.

Λεωνίδας Ρηγόπουλος

Leave a comment