Σκηνοθεσία: Άντριου Ντόμινικ

Σενάριο: Άντριου Ντόμινικ (βασισμένο στο μυθιστόρημα της Joyce Carol Oates)

Παίζουν: Άνα ντε Άρμας, Έιντριεν Μπρόντι, Σάρα Πάξτον

Παραγωγή: ΗΠΑ – 2022

Διάρκεια: 2 ώρες 46 λεπτά

Ο Άντριου Ντόμινικ βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Joyce Carol Oates για να μεταφέρει στη μικρή οθόνη του Netflix αρχικά, και κατόπιν στη μεγάλη της σκοτεινής αίθουσας, τον σύντομο βίο της Μέριλιν Μονρόε. Φυσικά, καμία πιστότητα δεν αναζητείται εδώ, αφού όπως αναφέρθηκε η Oates συνέγραψε μυθιστόρημα και όχι βιογραφία. Για να αποδομηθούν, λοιπόν, τα φτωχά (και μόνο τα φτωχά) επιχειρήματα των πολέμιων της ταινίας σιγά σιγά, ένας καλοπροαίρετος θεατής θα μπορούσε να δει στο πρόσωπο της Μέριλιν, τη γυναίκα εν γένει που έγινε θύμα – και γίνεται ακόμα – των καπιταλιστικών ορέξεων και των χολυγουντιανών καλουπιών. Εν προκειμένω, το υπέρτατο σύμβολο του μεταπολεμικού κινηματογράφου των ΗΠΑ, λειτουργεί ως το άκρον άωτον της χειραγώγησης, της ξιπασιάς, αλλά και της πάσης φύσεως εκμετάλλευσης από το διεφθαρμένο περιβάλλον της.

Αν λοιπόν η Μέριλιν παρουσιάζεται ως σάκος του μποξ, πρέπει να αναρωτηθούμε ποιος είναι αυτός που χτυπά τον σάκο. Ο Άντριου Ντόμινικ σε αυτό τη σημείο δίνει αρκετές απαντήσεις, στο πιο ικανοποιητικό στοιχείο της ταινίας, το οποίο είναι ακριβώς αυτή η σαφήνεια. Ναι μεν η βία των παιδικών της χρόνων, η απουσία του πατέρα της και η πιθανή κληρονομικότητα των ψυχικών νοσημάτων της μητέρας της δείχνουν να τον απασχολούν, όμως η σκηνοθετική του ματιά γυρίζει διαρκώς γύρω από το αχόρταγο κοινό, το οποίο έχει τη δυνατότητα να ετεροκαθορίζει έναν άνθρωπο, αλλά και γύρω από το στενό της περιβάλλον, φανερά εκμεταλλευτικό και κυνικό απέναντί της. Με λίγα λόγια, γύρω από τους «άλλους». Αυτοί οι υπαρξιακοί προβληματισμοί είναι προφανές ότι προκάλεσαν αντιδράσεις στους συνδρομητές του Netflix, των οποίων ο κύκλος ενδιαφερόντων πολύ απέχει από τέτοιες θεωρήσεις.

Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Η εποχή είναι τέτοια, που δυστυχώς η αστυνομία της πολιτικής ορθότητας εκλήθη και για το Blonde. Εδώ δεν υπάρχει καν επιχείρημα: το γεγονός και μόνο ότι η Μέριλιν δεν είναι σε κάθε καρέ της ταινίας όμορφη, πηγάζει μέσα από τον πιο βαθύ εικονοπλαστικό φετιχισμό, μια αντίληψη του κινηματογράφου ως περιοδικού μόδας. Θα ήταν γελοίο να θεωρηθεί η ταινία αντιφεμινιστική, την στιγμή που οι άντρες που περικυκλώνουν τη Μέριλιν παρουσιάζονται αρκετές φορές ως κτήνη, ευτυχώς ως άμεσος αντίκτυπος της διαρκούς απουσίας-παρουσίας του πατέρα της. Σε επίπεδο νόρμας, ο Ντόμινικ κρατά την απόλυτη ισορροπία και δεν μπορεί κανείς να τον ψέξει γι’ αυτό. Το βλέμμα απορίας της πολύ καλής Άνα ντε Άρμας διατυπώνει ένα συγκινητικό ερώτημα: «Τι ζητούν όλοι αυτοί οι άνθρωποι από εμένα;». Τίποτα προσβλητικό για οποιαδήποτε κοινωνική ομάδα.

Οι εικόνες του Ντόμινικ είναι εξαιρετικές και πολύ ενδιαφέρουσες: ο κανόνας που ακολουθεί είναι ο backlight φωτισμός, αρχικά ως αποτέλεσμα της φωτεινής Καλιφόρνια, στη συνέχεια με τεχνητές πηγές φωτός. Στην ασπρόμαυρη εκδοχή του φιλμ, τα αποτελέσματα είναι ακόμα πιο εντυπωσιακά: τεμάχια φωτός – κάθετες ή οριζόντιες λωρίδες– τονίζουν ένα αισθησιακό κοντράστ, γεμάτο από καπνούς, ηλιαχτίδες και φωτογραφικά φλας. Το φορμά της εικόνας αλλάζει διαρκώς, άλλοτε με σαφείς παραλληλισμούς με το περιεχόμενο, άλλοτε ελεύθερα, μια επιλογή που δεν βγάζει κάποιο ιδιαίτερο νόημα πέραν του σπασίματος της μονταζιακής συνέχειας, της υπενθύμισης δηλαδή στον θεατή ότι βλέπει μια κινηματογραφική ταινία. Υπάρχουν 2-3 εξεζητημένες γραφιστικές συζεύξεις που επιχειρούνται με χαρακτηριστικό παράδειγμα την ακολουθία πλάνων, κρεβάτι-καταρράκτης, ένα φιξ καρέ αναζωογονητικό, ενώ θα συναντήσουμε ακόμα, ωραία κοντρ λιμιέρ πλάνα, πλονζέ και κοντρ πλονζέ γωνίες (υψηλή και χαμηλή αντιστοίχως), τελετουργικά slow motion, εκφραστικά fast forward, ένα πραγματικό φεστιβάλ κινηματογραφικών τεχνικών.

Ο Ντόμινικ τολμά να τις εφαρμόσει.Τολμά ακόμα και να βάλει τη Μέριλιν να κάνει εμετό προς το κοινό: τοποθετεί την κάμερα χαμηλά, θεωρητικά στη λεκάνη. Κι όμως είναι τόσο πολλές τεχνικές μαζί, τόσο αταίριαστες με την – κατά τα άλλα εξαιρετική – συνεχή σε βαθμό κακουργήματος μουσική επένδυση του Νικ Κέιβ και του Γουόρεν Έλις, είναι τόσο πολλές οι περιπτώσεις πλατειασμού στην ταινία, που δεν παύουν να την κατατάσσουν στη λίστα με τις καλές νετφλιξιακές ταινίες. Είναι αυτό αρκετό; Όχι.

Ανδρέας Άννινος

Leave a comment