Σκηνοθεσία: Βέρνερ Χέρτσογκ
Σενάριο: Βέρνερ Χέρτσογκ
Παίζουν: Κλάους Κίνσκι, Χελένα Ρόχο, Ράι Γκέρα, Ντελ Νέγκρο
Παραγωγή: Δυτική Γερμανία – 1972
Διάρκεια: 1 ώρα 34 λεπτά
«Μετά την κατάκτηση και λεηλασία της αυτοκρατορίας των Ίνκας από την Ισπανία, οι ινδιάνοι εφηύραν το θρύλο του Ελ Ντοράντο, μιας γης από χρυσάφι, που βρισκόταν στους βάλτους των πηγών του Αμαζονίου. Μια μεγάλη εκστρατεία από Ισπανούς τυχοδιώκτες με επικεφαλής τον Γκονζάλο Πισάρο, αναχώρησε από τα ορεινά του Περού το τέλος του 1560. Το μόνο έγγραφο που διασώζεται από αυτή την εκστρατεία είναι το ημερολόγιο του καλόγερου Γκασπάρ ντε Καρβαχάλ».
Η ταινία «Αγκίρε, η Μάστιγα του Θεού» βασίζεται εν μέρει στο ημερολόγιο του Καρβαχάλ και ενσωματώνει στοιχεία από διάφορες εκστρατείες που πραγματοποίησαν οι κονκισταδόρες. Οι ιστορικές ανακολουθίες περνούν απαρατήρητες, ιδιαιτέρως από τη στιγμή που ο Χέρτσογκ επιδίδεται σε κινηματογραφικό αναστοχασμό ευρείας κλίμακας. H mise-en-scène του επιδέχεται ερμηνείες πάνω σε αφηγηματικό, δραματουργικό και συμβολικό επίπεδο, όμως εν τέλει είναι πολύ πιθανό να βασίζεται στην σκωπτική διάθεση του Χέρτσογκ απέναντι στην εξουσία. Ο προβληματισμός του ξεκινά από την κατακτητική μανία των Ισπανών και καταλήγει να στρέφεται γύρω από έννοιες και δομές εξουσίας.
Ο ίδιος ο Καρβαχάλ, ένας εκ των πρωταγωνιστών και αφηγητής της ιστορίας, διατυπώνει την ολοκάθαρη και αμετακίνητη στάση του: «Όπως σε όλες τις εκστρατείες, ο λόγος του Θεού πρέπει να διαδοθεί στους παγανιστές». Η διττή φύση του κράτους (οι εκπρόσωποι της θρησκείας δρουν συμπληρωματικά αυτών της εξουσίας) ξεδιπλώνεται σε όλη της τη χάρη αργότερα, όταν ο ίδιος δηλώνει χυδαία: «Για το καλό του Κυρίου μας, η εκκλησία ήταν πάντα στο πλευρό των ισχυρών». Καμία διαφυγή από τη ζούγκλα, καμία διαφυγή από την κόλαση επί Γης. Ο Αγκίρε (Κλάους Κίνσκι), το νο 2 στην ιεραρχία της αποστολής που διέταξε ο Πισάρο, ανατρέπει τον επικεφαλής Δον Πέδρο ντε Ουρσούα και ξεκινά μια σειρά από δολοφονίες, ανάμεσα στις οποίες και αυτή του νεοεστεμμένου – από εκείνον – αυτοκράτορα, Γκουζμάν. Πλέον, δρώντας ανεξάρτητα από το στέμμα, ο Αγκίρε είναι ασταμάτητος. Στήνει δικαστήριο για τον ντε Ουρσούα, με δικαστή τον καλόγερο, ο οποίος αποφασίζει θάνατο δι’ απαγχονισμού. Ο ακόμα ζωντανός, Γκουζμάν δίνει χάρη στον καταδικασμένο στερώντας του όλα τα δικαίωματα ενός πολίτη και μοιράζοντας την περιουσία του στην εκκλησία και τους στρατιώτες. Οι διαφορετικές θεωρήσεις τον εξουσιών: ο κυνισμός της εκκλησίας, το deal του κράτους.
Η κάμερα από το ξεκίνημα της ταινίας – και προοδευτικά κατά τη διάρκειά της – δίνει ντοκιμαντερίστικο ύφος, έτσι όπως βρίσκεται σε μόνιμη κίνηση και συλλαμβάνει την στιγμή. Το αποτέλεσμα είναι μια ρέουσα εικόνα με παράτολμα κοψίματα, που υπογραμμίζουν σκηνές. Η προσέγγιση του Χέρτσογκ σε συνδυασμό με την εχθρότητα των Ισπανών απέναντι στους ιθαγενείς στήνουν μια αποπνικτική συνθήκη. Δεν είναι λίγες οι φορές στην ταινία που η κάμερα «πνίγεται» από την λασπωμένη και κατάκοπη ομάδα των κατακτητών. Ο θεατής νιώθει την υγρασία του Αμαζονίου και τις απέλπιδες προσπάθειες των Ισπανών να κατακτήσουν το Ελ Ντοράντο, τον μυθικό τόπο με τον χρυσό και τα ανεξάντλητα πλούτη. Όπως λέει και ο αιχμάλωτος πρίγκιπας των Ίνκας, «Οι Ισπανοί είναι χειρότεροι από επιδημίες, σεισμούς, πλημμύρες».
Τα γυρίσματα της ταινίας ήταν επεισοδιακά, καθώς ο εκρηκτικός χαρακτήρας του Κίνσκι εκδηλωνόταν προς κάθε κατεύθυνση: ενοχλημένος από κάποιο θορυβώδες παιχνίδι του συνεργείου και των extras, κατά τη διάρκεια ενός διαλείμματος, άνοιξε πυρ τραυματίζοντας έναν άνδρα στο δάχτυλο του χεριού. Ο Χέρτσογκ ήθελε την παρόρμηση του Κίνσκι στον χαρακτήρα του Αγκίρε, όμως εν μέρει εσωτερικευμένη, κι έτσι ήρθαν σε αντιπαλότητα, με αποτέλεσμα ο Χέρτσογκ να τον απειλήσει με όπλο! Εν τέλει η ερμηνεία του Κίνσκι είναι ιδανική και ο Χέρτσογκ απελευθερώνει την κάμερα δημιουργώντας αντίστιξη με την ηχητική επένδυση της ταινίας. Μας χαρίζει δε ένα κομψότατο κυκλικό τράβελινγκ, όταν οι εναπομείναντες στη σχεδία συνειδητοποιούν ότι κάνουν κύκλους στον Αμαζόνιο. Τίποτα, όμως, πιο πολύτιμο από το μακρινό καδράρισμα των ανήμπορων στρατιωτών με τις πανοπλίες τους και τα κοντάρια τους, με τα σύμβολα των Αψβούργων πάνω τους, με ανενεργές τη δύναμη και τη δόξα που πηγάζουν από αυτά τα σύμβολα, με χαμένη κάθε ελπίδα για την ανακάλυψη του Ελ Ντοράντο, εκτεθειμένους στην άγρια φύση και στους ιθαγενείς.
Ανδρέας Άννινος