Σκηνοθεσία: Μάντας Κβενταραβίσιους
Παραγωγή: Λιθουανία – Γαλλία – Γερμανία, 2022
Διάρκεια: 1 ώρα 52 λεπτά
Το 2022 ο Μάντας Κβενταραβίσιους επέστρεψε στη Μαριούπολη, την καρδιά του πολέμου της Ουκρανίας, για να σταθεί στο πλευρό των ανθρώπων που γνώρισε το 2015, όταν γύρισε την ταινία του Μαριούπολη. Μετά τον θάνατο του σκηνοθέτη στον πόλεμο της Ουκρανίας τον Μάρτιο του 2022, οι παραγωγοί και συνεργάτες του συγκέντρωσαν όλες τους τις δύναμεις για να μπορέσουν να διατηρήσουν ζωντανό το έργο, το όραμα και τις ταινίες του. Κάτοχος διδακτορικού τίτλου στην Ανθρωπολογία, ο Μάντας επιθυμούσε να αφήσει το στίγμα του ως δημιουργού, προτάσσοντας μια ηθική και αισθητική στάση διαμετρικά αντίθετη από την αναταραχή των media και της πολιτικής. Με ασύλληπτη δύναμη και ευαισθησία, το Mariupolis 2 αποτυπώνει τη ζωή που εξακολουθεί να κυλά παράλληλα με τους βομβαρδισμούς, παρουσιάζοντας εικόνες τραγωδίας και ελπίδας.
Ο Μάντας Κβενταραβίσιους, σκηνοθέτης με πτυχίο στην Κοινωνική Ανθρωπολογία σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια ενός ακόμα πολέμου, αυτή τη φορά στην Ουκρανία. Είναι πολύ εύκολο να μιλάμε για ήρωες, όμως αυτή η ύπουλη ευκολία με την οποία αποδίδουμε βαρύγδουπους χαρακτηρισμούς δεν βοηθάει στην αντίληψη της πραγματικότητας. Έτσι μπορεί να επηρεαστούν κάποιοι ευπειθείς, και ταυτοχρόνως τυχοδιώκτες, και να βρεθούν στο πεδίο της μάχης. Η αλήθεια είναι ότι δεν ήταν ήρωας, αλλά ακόμα ένα θύμα της βαρβαρότητας που λέγεται πόλεμος. Εν γένει, δεν υπάρχουν ήρωες, υπάρχουν μόνο θύματα και από τις δύο μεριές. Όσο γι’ αυτούς που καταφέρνουν να επιζήσουν και να κρατήσουν σώας τας φρένας μετά την παράνοια των πυραύλων, των σφαιρών, των τεθωρακισμένων και των στολών, ίσως να είναι τα μεγαλύτερα θύματα της ιστορίας.
Καθώς ακούγεται η μόνιμη επωδός του ντοκιμαντέρ, οι εκρήξεις από τις βόμβες, οι πυροβολισμοί και τα συναφή, κάποιοι άνθρωποι που έχουν βρει καταφύγιο σε μια εκκλησία ευαγγελιστών σχολιάζουν: «Τι τρέλα! Ηλίθιοι και από τη μία και από την άλλη πλευρά.» Και είναι τόσο ηλίθιοι όσο και εκείνοι που με προθυμία – και με ασφαλή απόσταση βέβαια – παίρνουν το μέρος του ενός ή του άλλου αντιμαχόμενου. Ας κάνουν τον κόπο να δουν τα πρώτα λεπτά της ταινίας και τότε ίσως καταλάβουν τι σημαίνει να αστράφτει και να βροντάει άλλοτε σιγότερα άλλοτε δυνατότερα, με καθαρό ουρανό και με συντρίμμια γύρω γύρω. Η ταινία αυτή δεν είναι ούτε το Σκάι ούτε το Mega για να ακούσουν για το αιμοσταγές προφίλ του τάδε ή του δείνα, για έθνη και απειλές. Εδώ υπάρχουν άνθρωποι που συντηρούν μια καθημερινότητα με το θάνατο να βρίσκεται δίπλα τους. Καλά-καλά δεν ακούγονται τα ονόματα των χωρών που επιδίδονται στις παραπάνω αγαθοεργίες.
Η διαδοχή μέρας-νύχτας τονίζεται δραματικά και με αντιθέσεις: η ανατολή του ηλίου δίνει την αφορμή για καταστροφή από ψυχασθενείς που ισοπεδώνουν πόλεις και χωριά. Τι άλλο εκτός από ψυχασθενής μπορείς να είσαι, όταν πατάς ένα κουμπί και εξαπολύεις τον θάνατο; Και μέσα σε όλα αυτά, ο υπεύθυνος της εκκλησίας σε μια ομαδική προσευχή δηλώνει ότι απαγορεύεται να αμφισβητείς την ύπαρξη του Θεού, διότι αυτοί που προσεύχονται στο υπόγειο της συγκεκριμένης εκκλησίας έχουν σωθεί, ενώ οι άλλοι στο θέατρο ή σε κάποιο σχολείο σκοτώθηκαν. Ενορχηστρωμένη απελπισία, τρομακτικό χάος, εξαχρείωση και αδιέξοδο. Κι όμως, ακόμα και υπό αυτές τις συνθήκες οι άνθρωποι παίρνουν τη σκούπα, ετοιμάζουν φαγητό, ταΐζουν τα περιστέρια (σύμβολο κάποιας μακρινής ειρήνης), συζητούν και ανταλλάσσουν απόψεις.
Αυτή είναι η εικόνα της ανθρωπότητας εν έτει 2022. Σήμερα όλοι καυχιόμαστε για την πρόοδο της επιστήμης, ενώ σε αμέτρητα σημεία του κόσμου, άνθρωποι μεταφέρουν νεκρούς συγγενείς, γείτονες ή και αγνώστους σε καροτσάκια και σκάβουν πρόχειρους τάφους. Αυτά είναι τα αποτελέσματα πράξεων δειλών, που αντί να πηγαίνουν οι ίδιοι σε μάχη και να ξεθυμαίνουν τα άγρια ένστικτά τους, στέλνουν νέους ανθρώπους να σκορπίσουν το θάνατο. Όταν ο φόνος γίνεται με τα χρώματα μιας σημαίας βαπτίζεται «πατριωτικό καθήκον». Όταν ο μαφιόζος δεν δίνει την εντολή από σκοτεινά υπόγεια, αλλά από μέγαρα, κήπους και ανάκτορα τότε είναι ηγέτης.
Ο Μάντας Κβενταραβίσιους αποτυπώνει τη βαρβαρότητα σχεδόν με λυγμούς. Θα τον θυμόμαστε.
Ανδρέας Άννινος